Κανείς δεν προέβλεπε ότι μια εξέγερση στην Τυνησία θα οδηγούσε στην ανατροπή του καθεστώτος Μπεν Άλι. Η Τυνησία έχει το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα ανάμεσα στις μη πετρελαιοπαραγωγές αραβικές χώρες, ένα εκτεταμένο και αναπτυγμένο εκπαιδευτικό σύστημα, σημαντική τουριστική βιομηχανία και εμβάσματα μεταναστών. Επίσης το καθεστώς φαινόταν να έχει ένα πολύ οργανωμένο μηχανισμό καταστολής και πελατειακών σχέσεων που το καθιστούσε «θεματοφύλακα της σταθερότητας» στα μάτια της Δύσης. Τελικά όμως, και αυτό είναι το πρώτο μεγάλο δίδαγμα για τον αραβικό κόσμο, ο αραβικός εθνικισμός του 1970 και 1980, το κρατικό σύστημα πατρωνίας και πελατείας και οι υπηρεσίες ασφαλείας δεν είναι αρκετά για να διατηρήσουν την κοινωνική σταθερότητα. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν το 60% των νέων σε όλο τον αραβικό κόσμο (55% του τυνησιακού πληθυσμού είναι ηλικίας κάτω των 25 ετών) θεωρούν ότι οι προοπτικές επαγγελματικής και κοινωνικής ανέλιξης στην πατρίδα τους είναι απελπιστικά περιορισμένες. Η εύστοχη λοιπόν ερώτηση δεν είναι το που θα γίνει η νέα εξέγερση αλλά αν είναι σώφρον για τη Δύση, και την Ευρώπη ειδικότερα, να συνεχίσει μια πολιτική στήριξης τέτοιων καθεστώτων προς χάριν μιας αβέβαιης, όπως αποδεικνύεται, σταθερότητας.